Ημερομηνία

Share:

Να αποκατασταθούν οι αδικίες σε βάρος των εκπαιδευτικών, αλλά και των φοιτητών και μαθητών της Ιταλικής γλώσσας

Σχετικά

«Παρά την – κατά κοινή ομολογία – αυξημένη ζήτηση για διδασκαλία της Ιταλικής γλώσσας και σε αντίθεση με τη γλωσσική εκπαιδευτική πολιτική της Ε.Ε., καθώς και των σχετικών οδηγιών περί γλωσσομάθειας, κατά τη διετία 2013 – 2014, η προσφορά του κράτους σε εκπαιδευτικούς εκμηδενίστηκε, καθώς αφαιρέθηκε ολοκληρωτικά η δυνατότητα επιλογής της γλώσσας αυτής από τους μαθητές-μαθήτριες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Με την πολιτική αυτή, οι απόφοιτοι των τμημάτων Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ. και του Ε.Κ.Π.Α. αποκλείστηκαν από μία πιθανή απασχόληση στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, βιώνοντας μία πρωτοφανή στέρηση επαγγελματικής ευκαιρίας, η οποία ήταν δυσανάλογη σε σχέση με τους συναδέλφους τους στη Γερμανική και Γαλλική γλώσσα.»

Θεσσαλονίκη, 08/06/2020

ΕΡΩΤΗΣΗ

Προς:  Την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων Κα Νίκη Κεραμέως

Θέμα:  Αποκατάσταση των αδικιών σε βάρος των εκπαιδευτικών, αλλά και των φοιτητών-φοιτητριών/μαθητών-μαθητριών της Ιταλικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος.

      Αξιότιμη Κα. Υπουργέ.

      Από το 2006, όταν και συστάθηκε ο κλάδος του εκπαιδευτικού προσωπικού ΠΕ 34 Ιταλικής Γλώσσας, οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι φοιτητές-φοιτήτριες/μαθητές-μαθήτριες της Ιταλικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της δημόσιας εκπαίδευσης, βιώνουν με τον πλέον τραγικό τρόπο, τις στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν στην εργασιακή και μαθησιακή τους πραγματικότητα, από τις ανεύθυνες και επικίνδυνες πολιτικές των προηγούμενων χρόνων. Τα τελευταία χρόνια, η επιλογή της Ιταλικής, ως δεύτερη ξένη γλώσσα στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν καθορίζεται από τη ζήτηση των μαθητών-μαθητριών και ενδεχομένως των υποψήφιων φοιτητών-φοιτητριών Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας για διδασκαλία, αλλά από την προσφορά του Κράτους σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, η οποία καθορίζεται κάθε φορά από το αρμόδιο Υπουργείο.

      Σύμφωνα με στοιχεία του Πανελλήνιου Συλλόγου Καθηγητών Ιταλικής Γλώσσας, μέχρι και το 2011, συνολικά στη Μέση Εκπαίδευση απασχολούνταν περίπου 360 καθηγητές Ιταλικής γλώσσας, εκ των οποίων, ποσοστό λιγότερο από 9% αντιστοιχούσε σε μόνιμους, ενώ το υπόλοιπο 91% αντιστοιχούσε σε αναπληρωτές πλήρους ωραρίου ή ωρομίσθιους. Μέσω της παράλληλης διδασκαλίας της Ιταλικής ως δεύτερη ξένη γλώσσα σε κάθε σχολική μονάδα, προσελκύστηκε το ενδιαφέρον σχεδόν 35.000 μαθητών μέχρι το 2011. Ωστόσο, με αλλεπάλληλες Υπουργικές Αποφάσεις κατά τη διάρκεια των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας και στο πλαίσιο των εξοντωτικών πολιτικών λιτότητας, η κρατική προσφορά σε αντίστοιχους εκπαιδευτικούς περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό, καθώς ως προϋπόθεση για την λειτουργία τμήματος δεύτερης ξένης γλώσσας ορίστηκε η ύπαρξη οργανικής θέσης, με αποτέλεσμα οι μαθητές (ελλείψει διορισμένου ΠΕ34 με οργανική θέση) να υποχρεώνονται να επιλέξουν μεταξύ των εναλλακτικά προσφερόμενων ξένων γλωσσών (Γαλλικής ή Γερμανικής).

      Παρά την – κατά κοινή ομολογία – αυξημένη ζήτηση για διδασκαλία της Ιταλικής γλώσσας και σε αντίθεση με τη γλωσσική εκπαιδευτική πολιτική της Ε.Ε., καθώς και των σχετικών οδηγιών περί γλωσσομάθειας, κατά τη διετία 2013 – 2014, η προσφορά του κράτους σε εκπαιδευτικούς εκμηδενίστηκε, καθώς αφαιρέθηκε ολοκληρωτικά η δυνατότητα επιλογής της γλώσσας αυτής από τους μαθητές-μαθήτριες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Με την πολιτική αυτή, οι απόφοιτοι των τμημάτων Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Α.Π.Θ. και του Ε.Κ.Π.Α. αποκλείστηκαν από μία πιθανή απασχόληση στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, βιώνοντας μία πρωτοφανή στέρηση επαγγελματικής ευκαιρίας, η οποία ήταν δυσανάλογη σε σχέση με τους συναδέλφους τους στη Γερμανική και Γαλλική γλώσσα.

      Μετά από σφοδρές αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας, από το 2017 έχει επανέλθει, υπό προϋποθέσεις, η δυνατότητα επιλογής της Ιταλικής ως δεύτερη ξένη γλώσσα, αλλά  μόνο για περιοχές όπου υπάρχουν μόνιμοι διορισμένοι καθηγητές ΠΕ34. Σύμφωνα με στοιχεία του Πανελλήνιου Συλλόγου Καθηγητών Ιταλικής Γλώσσας, τουλάχιστον 1.400 μαθητές-μαθήτριες επιλέγουν τα Ιταλικά ως δεύτερη ξένη γλώσσα, με τον συνολικό αριθμό να ανέρχεται σε περίπου 5.000 μαθητές-μαθήτριες, για το 2019. Είναι επομένως σαφές, ότι η αυξημένη ζήτηση για τη διδασκαλία των Ιταλικών ως δεύτερη ξένη γλώσσα επιλογής, δεν αντιμετωπίζεται αναλογικά από το Υπουργείο, με προσφορά εκπαιδευτικών σε ικανό αριθμό, μέσω μόνιμων προσλήψεων στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα.

      Άλλωστε, επειδή:

      α) η γεωγραφική και πολιτιστική εγγύτητα των χωρών μας έχει καθιερώσει μεταξύ άλλων την Ιταλία σταθερά τον σημαντικότερο εμπορικό εταίρο της χώρας, αφού βρίσκεται στην πρώτη θέση τόσο σε εξαγωγές όσο και εισαγωγές,

      β) σημαντικός αριθμός Ελλήνων φοιτητών επιλέγει τα ιταλικά πανεπιστήμια για προπτυχιακές και μεταπτυχιακές σπουδές (στην πρώτη θέση βρίσκονται τα βρετανικά πανεπιστήμια ενώ στη δεύτερη τα ιταλικά),

      γ) η «βαριά βιομηχανία» της χώρας μας, ο Τουρισμός, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στους επισκέπτες από την Ιταλία και η γλωσσομάθεια είναι σαφώς ουσιαστική μεταβλητή για τη βέλτιστη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών,

      δ) το Κρατικό Πιστοποιητικό γλωσσομάθειας, στο οποίο οι υποψήφιοι στην ιταλική γλώσσα αποτελούν σε κάθε εξεταστική περίοδο ένα μεγάλο ποσοστό του συνόλου, έχει πρόσφατα συνδεθεί με τη δημόσια εκπαίδευση. Ως εκ τούτου, οι μαθητές που επιλέγουν τη γερμανική και γαλλική γλώσσα, που τις διδάσκονται από το δημοτικό ως το λύκειο, έχουν τη δυνατότητα να πιστοποιήσουν τη γνώση της σε επίπεδο Β2 (το οποίο μοριοδοτείται και στο ΑΣΕΠ), ενώ οι μαθητές της ιταλικής γλώσσας, που τη διδάσκονται μόνο σε 31 γυμνάσια της χώρας, μπορούν να την πιστοποιήσουν μόνο μέχρι το επίπεδο Α2 (επίπεδο που δεν μοριοδοτείται), γεγονός που συνιστά άνιση μεταχείριση μεταξύ των μαθητών – μαθητριών,

είναι πλέον απαραίτητη η παροχή ίσων ευκαιριών για όλους τους μαθητές-μαθήτριες, αλλά και αποκατάσταση της αδικίας προς τους καθηγητές της Ιταλικής γλώσσας, στο πλαίσιο της νομιμότητας και της εφαρμογής των σχετικών οδηγιών από την Ε.Ε., καθώς και των συμφωνιών της Ελλάδος με την Ε.Ε. για την ενίσχυση της γλωσσομάθειας.

      Μετά από τα παραπάνω:

Ερωτάται η Κα Υπουργός:

  1. Προτίθεστε να εισάγετε άμεσα σχετική τροπολογία στο προς ψήφιση Νομοσχέδιο του Υπουργείου σας ή να εκδώσετε σχετική Υπουργική Απόφαση, με την οποία θα εξασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες για μαθητές-μαθήτριες, φοιτητές-φοιτήτριες και εκπαιδευτικούς της Ιταλικής γλώσσας, σε σχέση με τις ισχύουσες διατάξεις για τη Γερμανική και Γαλλική γλώσσα στη μέση εκπαίδευση;
  2. Σκοπεύετε να προχωρήσετε σε προσλήψεις μόνιμου προσωπικού ειδικότητας ΠΕ 34, μέσω ΑΣΕΠ, σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων ΕΠΑΛ, ΙΕΚ, Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, Πειραματικά Σχολεία κλπ., αναλογικά με τη ζήτηση και για τους λόγους που αναφέρθηκαν;

Η ερωτώσα Βουλευτής

Κωνσταντίνα Αδάμου