«Είναι σαφές ότι στην εποχή μας, η δυσκολία εύρεσης ικανοποιητικά αμειβόμενης εργασίας, η υψηλή ανεργία ή η υποαπασχόληση και η εργοδοτική αυθαιρεσία, πλήττει ιδιαίτερα τα Άτομα με Αναπηρία και τις περισσότερες φορές τα οδηγεί στην αυτονόητη επιλογή αποδοχής οποιασδήποτε θέσης εργασιακής απασχόλησης που να μπορεί να τους προσφέρει ένα υποτυπώδες επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης. Παρότι η επιλογή αυτή μπορεί να ικανοποιήσει κάποιες από τις οικονομικές τους ανάγκες, οι οποίες προκύπτουν από τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν, η υποχρεωτική εργασία σε απομακρυσμένους νομούς ή νησιά κατά τα δύο πρώτα σχολικά έτη επιβαρύνει δυσανάλογα τα Άτομα με Αναπηρία, με αποτέλεσμα να καταλήγουν σε οικονομικό αδιέξοδο στη δίκαιη προσπάθειά τους για εργασιακή αποκατάσταση. Η προσπάθεια αυτή καθίσταται ιδιαίτερα επίπονη για τα ΑμεΑ, καθώς δεν προβλέπεται πλέον από τη νομοθεσία, η παραχώρηση σε αυτά, προτεραιότητας για διορισμό σε περιπτώσεις όπου υφίστανται οργανικά κενά, σε περιοχές κοντά στην μόνιμη κατοικία τους. Οι ιδιαίτερες ανάγκες των ΑμεΑ, δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην κάλυψη των εξόδων υγείας τους, καθώς είναι εύκολα αντιληπτό ότι με το διορισμό σε απομακρυσμένες τοποθεσίες, δημιουργούνται πρόσθετα πρακτικά βάρη για την εξεύρεση κατάλληλων για την πάθησή τους νοσοκομείων, ιατρών ή κέντρων αποκατάστασης, τα οποία δυσχεραίνουν σε μεγάλο βαθμό την προσαρμογή και την επιβίωση σε νέο περιβάλλον.»
Θεσσαλονίκη, 24/02/2020
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς: Την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, κα Νίκη Κεραμέως
Θέμα: Δυσκολίες κατά την πρόσληψη εκπαιδευτικού, ειδικού επιστημονικού και βοηθητικού επιστημονικού προσωπικού με αναπηρία στο Δημόσιο
Αξιότιμη κα. Υπουργέ.
Μόλις πρόσφατα, γίναμε αποδέκτες επιστολής που προέρχεται από τη διαδικτυακή κοινότητα «ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΩΝ ΑΜΕΑ», διαχειριστής της οποίας είναι ο κος Ανδρέας Μπαρδάκης, σχετικά με ορισμένες στρεβλώσεις που δημιούργησε η εφαρμογή του νόμου 4589/2019 (ΦΕΚ Α’ 13/29.01.2019) και συγκεκριμένα το κεφάλαιο Ε’ που αφορά στο σύστημα διορισμού και προσλήψεων εκπαιδευτικών, μελών ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού και ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στις διαδικασίες διορισμού των Ατόμων με Αναπηρία. Οι στρεβλώσεις αυτές, οφείλονται στο γεγονός ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες που αφορούν στην πρακτική εξίσωση των ευκαιριών χωρίς διακρίσεις για τα ΑμεΑ, η οποία άλλωστε προβλέπεται στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (ΑμεΑ) και περαιτέρω στην εθνική μας νομοθεσία.
Συγκεκριμένα, ο εν λόγω νόμος προβλέπει ότι σε όλους τους διαγωνισμούς που διεξάγονται μέσω προκηρύξεων του Α.Σ.Ε.Π., τα Άτομα με Αναπηρία που επιλέγουν να συμμετέχουν, θα λαμβάνουν, υπό προϋποθέσεις, πρόσθετη μοριοδότηση ίση με το γινόμενο του ποσοστού αναπηρίας τους με τον συντελεστή 0,4. Με την εν λόγω διάταξη, ένα Άτομο με Αναπηρία σε ποσοστό 50%, θα λάβει τον ίδιο αριθμό μορίων (20) που παρέχεται στους διαγωνιζόμενους κατόχους ενός μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών ετήσιας διάρκειας. Η εξίσωση, σε απόλυτους αριθμούς, των ακαδημαϊκών προσόντων ενός υποψηφίου με τα κατά περίπτωση ποσοστά αναπηρίας είναι μία εξαιρετικά κακή πρακτική, καθώς, σε αντίθεση με τους τίτλους σπουδών ή την εργασιακή εμπειρία, η αναπηρία δεν αποκτάται από επιλογή, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως «προσόν» για διορισμό στο Δημόσιο.
Παράλληλα, με την παράγραφο 5.α) του άρθρου 62 του εν λόγω Νόμου, προβλέπεται ότι το νεοδιοριζόμενο εκπαιδευτικό, ειδικό επιστημονικό και ειδικό βοηθητικό προσωπικό με Αναπηρία, που τοποθετείται σε κάποια θέση, υποχρεούται να παραμείνει στην περιοχή διορισμού του για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο σχολικών ετών, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 58 του Νόμου 4653/2020 (ΦΕΚ Α’ 12/24.01.2020), προβλέπεται τριετής αποκλεισμός από όλους τους διορισμούς και τις προσλήψεις στο Δημόσιο τομέα, εφόσον ο νεοδιορισθείς δεν αναλάβει υπηρεσία ή παραιτηθεί εντός ενός έτους από τη δημοσίευση του ΦΕΚ διορισμού του. Είναι σαφές ότι στην εποχή μας, η δυσκολία εύρεσης ικανοποιητικά αμειβόμενης εργασίας, η υψηλή ανεργία ή η υποαπασχόληση και η εργοδοτική αυθαιρεσία, πλήττει ιδιαίτερα τα Άτομα με Αναπηρία και τις περισσότερες φορές τα οδηγεί στην αυτονόητη επιλογή αποδοχής οποιασδήποτε θέσης εργασιακής απασχόλησης που να μπορεί να τους προσφέρει ένα υποτυπώδες επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης. Παρότι η επιλογή αυτή μπορεί να ικανοποιήσει κάποιες από τις οικονομικές τους ανάγκες, οι οποίες προκύπτουν από τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν, η υποχρεωτική εργασία σε απομακρυσμένους νομούς ή νησιά κατά τα δύο πρώτα σχολικά έτη επιβαρύνει δυσανάλογα τα Άτομα με Αναπηρία, με αποτέλεσμα να καταλήγουν σε οικονομικό αδιέξοδο στη δίκαιη προσπάθειά τους για εργασιακή αποκατάσταση. Η προσπάθεια αυτή καθίσταται ιδιαίτερα επίπονη για τα ΑμεΑ, καθώς δεν προβλέπεται πλέον από τη νομοθεσία, η παραχώρηση σε αυτά, προτεραιότητας για διορισμό σε περιπτώσεις όπου υφίστανται οργανικά κενά, σε περιοχές κοντά στην μόνιμη κατοικία τους. Οι ιδιαίτερες ανάγκες των ΑμεΑ, δεν περιορίζονται αποκλειστικά στην κάλυψη των εξόδων υγείας τους, καθώς είναι εύκολα αντιληπτό ότι με το διορισμό σε απομακρυσμένες τοποθεσίες, δημιουργούνται πρόσθετα πρακτικά βάρη για την εξεύρεση κατάλληλων για την πάθησή τους νοσοκομείων, ιατρών ή κέντρων αποκατάστασης, τα οποία δυσχεραίνουν σε μεγάλο βαθμό την προσαρμογή και την επιβίωση σε νέο περιβάλλον. Μετά από τα παραπάνω,
ερωτάται η κα. Υπουργός:
- Προτίθεστε να εισάγετε ρύθμιση που θα επιτρέπει στα ΑμεΑ να αιτηθούν μετάθεση ή απόσπαση, χωρίς την απαίτηση για κατ΄ελάχιστον διετή, υποχρεωτική θητεία στην οργανική θέση αρχικού διορισμού τους;
- Προτίθεστε να εισάγετε ρύθμιση για παροχή προτεραιότητας στα ΑμεΑ ως προς την τοποθέτησή τους σε έκαστο νομό εντοπιότητας, εφόσον υφίστανται διαθέσιμες κενές οργανικές θέσεις;
Η ερωτώσα Βουλευτής
Κωνσταντίνα Αδάμου